Τετάρτη 10 Οκτωβρίου 2012

Ο τρύγος


        Ο παππούς μου, ο Παναγιώτης  Αργυρόπουλος, που γεννήθηκε στον Ελαιώνα το 1939 μας δίνει πληροφορίες για το πώς τρυγούσαν τα παλιά χρόνια .

  <<Αρχές Οκτώβρη αρχίζαμε τον τρύγο. Μια-δυο μέρες πριν κάναμε τις προετοιμασίες . Επλέναμε τον ληνό . Ο ληνός ήταν μια τετράγωνη κατασκευή από τσιμέντο. Θυμάμαι , όταν ήμουνα 12 χρονών περίπου , ο πατέρας μου αποφάσισε να φτιάξουμε το δικό μας ληνό στην μπροστινή αυλή του σπιτιού μας . Από τότε και μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1980 που τον γκρεμίσαμε εκεί τρυγάγαμε . Εκεί έρχονταν συγγενείς , γείτονες κι άλλοι νοικοκυραίοι που δεν είχαν δικό τους ληνό . Βοηθούσε ο ένας τον άλλο στο μάζεμα και στο πάτημα των σταφυλιών .      
Ο ληνός στη μία πλευρά του είχε μία τρύπα με σωλήνα που στην άκρη βάζαμε κάνουλα  για να βγαίνει ο μούστος. Φέρναμε αφάνες και δύο πλυμένες πέτρες και  κλείναμε την τρύπα από το μέσα μέρος του ληνού για να μην φράζει από τα τσέγκουρα, δηλαδή τα κοτσάνια, και τις φλούδες των σταφυλιών . Στο πάνω μέρος δύο  πλευρών του βάζαμε δύο μεγάλα τετραγωνιασμένα ξύλα (όχι σίδερα γιατί χαλάει το κρασί) και πάνω τους στήναμε τον πατητή. Ο πατητής ήταν μικρότερος από τον ληνό και ξύλινος . Στο πάνω μέρος ήταν ανοιχτός για να αδειάζουμε τα σταφύλια μέσα . Οι σανίδες ήταν αραιά καρφωμένες για να σχηματίζονται αραδιές και να φεύγει ο μούστος . Στον πάτο του μία σανίδα ήταν δεμένη με τριχιά και όταν τελειώναμε το πάτημα των σταφυλιών τη σηκώναμε και έπεφταν  τα τσέγκουρα και οι φλούδες των σταφυλιών μέσα στον ληνό .  
   Την άλλη μέρα πρωί-πρωί φορτώναμε σε δύο γαϊδουράκια τα τρυγοκόφινα και όταν φτάναμε στο αμπέλι αρχίζαμε τον τρύγο. Κόβαμε τα σταφύλια με  ψαλίδες                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                   του τρύγου, γιομίζαμε τα μικρά κοφίνια και τα αδειάζαμε σε  μεγαλύτερα κοφίνια, τις κόφες όπως τις λέγαμε. Όταν γιομίζανε φορτώναμε από 4 στα γαϊδουράκια και ένας τα μετέφερε και τα άδειαζε στον πατητή. Εκεί ένας άλλος περίμενε και πάταγε τα σταφύλια με γυμνά πόδια. Ο αγωγιάτης επέστρεφε στο αμπέλι και ξαναγιομίζαμε τις κόφες μέχρι να τελειώσει το τρύγημα . Το αγώι και το πάτημα των κρασοστάφυλων ήταν αντρική δουλειά ενώ στο μάζεμα βοηθούσαν οι γυναίκες Μόλις τέλειωνε το πάτημα, κατεβάζαμε τον πατητή, τον πλέναμε για να τον βάλουμε στην άκρη και σκεπάζαμε τον ληνό με μουσαμά .
   Την επόμενη μέρα πλέναμε τα βαρέλια με νερό για να είναι καθαρά και τα στραγγίζαμε. Τα βάζαμε στο κατώι μας και τα παλαγκιάζαμε, δηλαδή τους βάζαμε ξύλινα στηρίγματα για να είναι σταθερά.
   Μετά από δύο ημέρες ανοίγαμε την κάνουλα του ληνού, αρμέγαμε το μούστο και τον βάζαμε στο βαρέλι . Μετά στριφλιάζαμε τα τσίπουρα, δηλαδή τα τσέγκουρα και τις φλούδες. που βγάζαμε από το ληνό. Βάζαμε τη στρίφλα, που ήταν ένα χειροκίνητο εργαλείο με σιδερένιο σκελετό και ξύλινες πλάκες και για να πιέζει τα τσίπουρα ,ένα καζάνι κάτω από τη στρίφλα για να πιάνει τον μούστο και με ένα δοχείο τον ρίχναμε στο βαρέλι . Αφού τελειώναμε με το άρμεγμα και το στρίφλιασμα ,τα πλέναμε όλα και καθαρίζαμε την αυλή μας.>>

Δήμητρα Μεντζελοπούλου
                                                                                               Γ΄ Τάξη

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Για να αφήσετε σχόλιο πρέπει να έχετε γραφτεί στο ιστολόγιό μας!